“Όχι” είπε το Συμβούλιο της Επικρατείας στους φαρμακοβιομήχανους που ζητούσαν να ακυρωθεί, ως αντισυνταγματική, η επιβάρυνση του ποσοστού 9% για κάθε φάρμακο που συνταγογραφούν οι γιατροί και η απόδοση του στα ασφαλιστικά Ταμεία.
Συγκεκριμένα, το Δ’ Τμήμα του ΣτΕ απέρριψε την αίτηση του Συνδέσμου Φαρμακευτικών Επιχειρήσεων Ελλάδος για ακύρωση της υπουργικής απόφασης με την οποία καθορίστηκαν οι διαδικασίες και ο τρόπος απόδοσης του ποσού “επιστροφής” και “πρόσθετης κλιμακούμενης επιστροφής” (rebate) σε εκτέλεση του Ν. 4052/2012.
Με το συγκεκριμένο μέτρο προβλέφθηκε ότι βαρύνει αποκλειστικά τις φαρμακευτικές επιχειρήσεις ποσοστό 9% επί της τιμής παραγωγού ή εισαγωγέα για κάθε φάρμακο που συνταγογραφείται από γιατρό και καλύπτεται από ασφαλιστικούς φορείς με συνέπεια να υποχρεώνονται οι επιχειρήσεις να επιστρέφουν το επίμαχο ποσό στους ασφαλιστικούς οργανισμούς, τον ΕΟΠΥΥ και τον Οίκο Ναύτου. Αντίστοιχη επιβάρυνση προβλέφθηκε ανάλογα και με συνολικό όγκο πωλήσεων σε τριμηνιαία βάση.
Οι σύμβουλοι Επικρατείας, κατά πλειοψηφία, έκριναν ότι με την επίμαχη υπουργική απόφαση δεν παραβιάζονται οι συνταγματικές διατάξεις που κατοχυρώνουν την οικονομική ελευθερία, την αναλογικότητα και την μέριμνα του κράτους για την φαρμακευτική περίθαλψη και την υγεία. Οι δικαστές, στο σκεπτικό τους, προέβαλαν την εξυπηρέτηση του δημοσίου συμφέροντος εν όψει της σοβαρής δημοσιονομικής κρίσης υπογραμμίζοντας ότι “είναι συνταγματικά επιτρεπτός ο περιορισμός της δημόσιας δαπάνης με αντίστοιχο περιορισμό χρηματικών απαιτήσεων που απορρέουν από εξωνοσοκομειακές πωλήσεις φαρμάκων με κάλυψη της δαπάνης από φορείς κοινωνικής ασφάλισης”.
Οι δυο δικαστές που μειοψήφησαν,εξέφρασαν την άποψη ότι παραβιάζονται οι σχετικές συνταγματικές αρχές. καθώς τα μέτρα έχουν ως συνέπεια να διατίθεται μεγάλο ποσοστό φαρμάκων σε τιμές κάτω του κόστους.