Έναν άνδρα, φερόμενο ως ηγετικό στέλεχος των τζιχαντιστών είχε συλλάβει η Ελληνική Αστυνομία (ΕΛΑΣ), στις 18 Ιανουαρίου του 2015, τον οποίο στη συνέχεια έστειλε στο Βέλγιο μετά από σχετικό αίτημα έκδοσης του από τις αρχές των Βρυξελλών. Ο συλληφθείς, υπήκοος Αλγερίας, παρόλο που, όπως αποδείχθηκε, δεν ταυτιζόταν με το αναζητούμενο ηγετικό στέλεχος Αμπντελχαμίντ Αμπαούντ, ενδιέφερε τις αρχές του Βελγίου και για το λόγο αυτό ζητήθηκε, κατόπιν ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης, η έκδοσή του στο Βέλγιο, η οποία και πραγματοποιήθηκε την 28η-01-2015.

Για τη σύλληψη αυτή είχε ενημερωθεί η Βουλή στο πλαίσιο του κοινοβουλευτικού ελέγχου, όταν ο τότε υπουργός Εσωτερικών Νίκος Βούτσης διαβίβασε στη Βουλή απαντητικό έγγραφο μετά από ερώτηση που είχε καταθέσει η Χρυσή Αυγή. Το έγγραφο φέρνει στη δημοσιότητα σήμερα το Αθηναϊκό Πρακτορείο. 

Η ερώτηση 

Στις 16 Φεβρουαρίου 2015, βουλευτής της Χρυσής Αυγής Ι. Λαγός κατέθετε στη Βουλή μια ερώτηση με την οποία έλεγε πως υπάρχει “ανοιχτή απειλή από τζιχαντιστές στην Ελλάδα”. Ο βουλευτής ανέφερε ότι “προ ολίγων ημερών, στο πλαίσιο ερευνών για τον εντοπισμό θυλάκων τζιχαντιστών που φέρονται να έχουν σχέση με τρομοκρατική ενέργεια που απετράπη στο Βέλγιο, η ελληνική αστυνομία προέβη σε τέσσερις συλλήψεις στην Αθήνα”. Όπως έλεγε ο βουλευτής, για τα πρόσωπα αυτά είχε σταλεί κατεπείγον διεθνές σήμα προς τις αστυνομικές αρχές καθώς υπήρχαν οι πληροφορίες ότι σχεδίαζαν τη μεταφορά της τρομοκρατικής τους δράσης στην Ευρώπη, μετά την επιστροφή τους από τα μέτωπα της Συρίας κυρίως, αλλά και του Ιράκ”. Ο βουλευτής ανέφερε ότι υπάρχει τεράστιος κίνδυνος για τη χώρα και την ελληνική κοινωνία γιατί βρίσκονται στη χώρα μας τζιχαντιστές που είναι αδίστακτοι. 

Η απάντηση 

Στις 13 Μαρτίου του 2015, ο τότε υπουργός Εσωτερικών Νίκος Βούτσης διαβιβάζει στη Βουλή το απαντητικό έγγραφό του. “Σε ό,τι αφορά το αναφερόμενο περιστατικό, σύμφωνα με την ενημέρωσή μας, σας γνωρίζουμε ότι στο πλαίσιο αντιτρομοκρατικών επιχειρήσεων που πραγματοποιήθηκαν την 15η-01-2015 σε πόλεις του Βελγίου για την εξάρθρωση πυρήνα τζιχαντιστών, η αντιτρομοκρατική υπηρεσία της Ελληνικής Αστυνομίας σε συνεργασία με τις αρχές του Βελγίου συνέλαβε την 18η-01-2015 έναν υπήκοο Αλγερίας, φερόμενο ως ηγετικό στέλεχος του εν λόγω πυρήνα. Ο συλληφθείς, παρόλο που, όπως αποδείχθηκε, δεν ταυτιζόταν με το αναζητούμενο ηγετικό στέλεχος, ενδιέφερε τις αρχές του Βελγίου και για το λόγο αυτό ζητήθηκε, κατόπιν ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης, η έκδοσή του στην ως άνω χώρα, η οποία και πραγματοποιήθηκε την 28η-01-2015”. 

Στο ερώτημα του βουλευτή αν υπάρχει κίνδυνος απειλής στην Ελλάδα από τζιχαντιστές, στο έγγραφο αναφέρεται ότι με βάση την πληροφόρηση του υπουργείου από τις αρμόδιες υπηρεσίες, δεν έχουν διαπιστωθεί ύποπτες εξτρεμιστικές δραστηριότητες ή εξτρεμιστικοί ισλαμιστικοί πυρήνες που να θέτουν σε κίνδυνο τη δημόσια τάξη και την εθνική ασφάλεια. Ωστόσο, λόγω της γεωγραφικής θέσης της χώρας, ανακύπτει το ενδεχόμενο χρήσης των παράνομων δικτύων διακίνησης μεταναστών από ισλαμιστές εξτρεμιστές-τρομοκράτες, με σκοπό τη μετάβασή τους στα μέτωπα σύγκρουσης της Μέσης Ανατολής (Συρία, Ιράκ κλπ) ή την επιστροφή τους από αυτά στην ευρωπαϊκή επικράτεια με σημείο εισόδου τη χώρα μας. Για το λόγο αυτό και προκειμένου να αντιμετωπίσουν τον κίνδυνο πιθανής εξάπλωσης ακραίων ισλαμιστών ή τζιχαντιστών στη χώρα μας, της διεθνούς τρομοκρατίας και του βίαιου εξτρεμισμού, οι αρμόδιες υπηρεσίες του υπουργείου Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης βρίσκονται σε διαρκή επαγρύπνηση για τυχόν εντοπισμό ύποπτων δραστηριοτήτων πραγματοποιώντας παράλληλα συνεχείς ελέγχους στα σύνορα και στο εσωτερικό της χώρας”, ανέφερε το υπουργείο Εσωτερικών.

Επίσης με το συγκεκριμένο έγγραφο η Βουλή ενημερωνόταν ότι το υπουργείο Εσωτερικών παρακολουθεί και διαχειρίζεται με ιδιαίτερη υπευθυνότητα και ευαισθησία ζητήματα όπως τα αναφερόμενα για την πρόληψη και καταστολή κάθε πράξης ή μεθόδευσης στρεφόμενης εναντίον της δημόσιας και κρατικής ασφάλειας, παρακολουθεί τις διεθνείς εξελίξεις διατηρώντας στο έπακρο το δίκτυο πληροφοριών του και αξιοποιώντας τους θεσμοθετημένους διαύλους διεθνούς συνεργασίας μεταξύ των αρχών κρατών-μελών της ΕΕ και χωρών των δυτικών Βαλκανίων για την καταπολέμηση της ριζοσπαστικοποίησης και της τρομοκρατίας.