Τις ασφαλιστέες αποδοχές, από την 1.1.2017, υπέρ επικουρικής ασφάλισης και εφάπαξ παροχής για τους υπαλλήλους που υπάγονται στις διατάξεις του ν. 4354/15 (νέο ενιαίο μισθολόγιο), προσδιορίζει απόφαση την οποία υπογράφει ο υφυπουργός Κοινωνικής Ασφάλισης Τάσος Πετρόπουλος.
I) Επικουρική ασφάλιση
Α. Υπάλληλοι με σχέση εργασίας δημοσίου δικαίου
1. Σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 97 του νέου ασφαλιστικού νόμου (ν. 4387/2016), έχουν ορισθεί νέα ποσοστά ασφαλιστικών εισφορών υπέρ επικουρικής ασφάλισης, από την 1/6/2016 και, επιπλέον, προσδιορίσθηκε η βάση υπολογισμού των καταβαλλόμενων ασφαλιστικών εισφορών.
Ειδικότερα, ως βάση υπολογισμού των καταβαλλόμενων ασφαλιστικών εισφορών είναι οι ασφαλιστέες αποδοχές του εργαζομένου, όπως αυτές προσδιορίζονται στο άρθρο 38 του ν. 4387/2016.
Επισημαίνεται ότι, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 38, έχουν προσδιορισθεί τα ποσοστά των ασφαλιστικών εισφορών, καθώς και η βάση υπολογισμού των μισθωτών και των εργοδοτών για κύρια σύνταξη υπέρ φορέων κοινωνικής ασφάλισης.
Ειδικά, για τους μισθωτούς του δημόσιου τομέα που υπάγονται στις διατάξεις του ν. 4354/2015 (νέο ενιαίο μισθολόγιο) και, μέχρι 31/12/2016, υπάγονταν στο συνταξιοδοτικό καθεστώς του Δημοσίου, ως βάση υπολογισμού των καταβαλλόμενων ασφαλιστικών εισφορών υπέρ επικουρικής ασφάλισης, από την 1/1/2017, νοείται αυτή η βάση υπολογισμού, όπως προσδιορίζεται στο άρθρο 5 του ν. 4387/2016, με το οποίο έχουν θεσπισθεί ενιαίοι κανόνες ασφάλισης παροχών υπαλλήλων Δημοσίου.
Συγκεκριμένα, με το άρθρο αυτό, ορίζεται ότι, από 1.1.2017, το συνολικό ποσοστό εισφοράς κλάδου σύνταξης στον Ενιαίο Φορέα Κοινωνικής Ασφάλισης (ΕΦΚΑ), ασφαλισμένου και εργοδότη, ανέρχεται σε ποσοστό 20% επί των συντάξιμων μηνιαίων αποδοχών.
Επιπλέον, με την αναφερόμενη στο σχετ. 1 κοινή εγκύκλιο, προσδιορίσθηκαν οι συντάξιμες αποδοχές, σύμφωνα με την οποία ως μηνιαίες συντάξιμες αποδοχές θεωρούνται αυτές επί των οποίων καταβάλλονται ασφαλιστικές εισφορές, διατηρώντας το διαχωρισμό των ασφαλισμένων σε παλαιούς και νέους, κατά τα προβλεπόμενα στις σχετικές διατάξεις.
2. Με τη διάταξη της παρ. 2, του άρθρου 1 του ν. 4024/2011, όπως έχει τροποποιηθεί, η ισχύς της οποίας έληξε στις 31/12/2016, είχε ορισθεί, μεταξύ άλλων ότι, ειδικά, για τους υπαλλήλους που αμείβονταν με τις διατάξεις του νόμου αυτού και είτε υπάγονταν στο ασφαλιστικό-συνταξιοδοτικό καθεστώς του Δημοσίου είτε συνταξιοδοτούνταν με βάση τις δημοσιοϋπαλληλικές διατάξεις, οι αναλογούσες ασφαλιστικές εισφορές (ασφαλισμένου και εργοδότη) για επικουρική ασφάλιση και εφάπαξ παροχή υπολογίζονται, μέχρι την παραπάνω ημερομηνία, επί των ασφαλιστέων–συντάξιμων αποδοχών τους, όπως αυτές έχουν διαμορφωθεί, την 31η/10/2011, με εξαίρεση αυτές οι οποίες καταβάλλονταν υπό την προϋπόθεση παροχής πρόσθετου έργου.
Συνεπώς, από την 1/1/2017, τα προβλεπόμενα από τις διατάξεις της παρ.1 του άρθρου 97 του ν. 4387/2016 ποσοστά ασφαλιστικών εισφορών για τα ανωτέρω πρόσωπα θα υπολογίζονται επί των πραγματικά καταβαλλόμενων αποδοχών.
3. Από το συνδυασμό των ανωτέρω προκύπτει ότι, από την 1/1/2017, για τον προσδιορισμό των ασφαλιστέων αποδοχών υπέρ επικουρικής ασφάλισης για τους παλαιούς ασφαλισμένους εφαρμόζονται τα όσα αναφέρονται στο Τμήμα Ι, παρ. Α1, ενώ για τους νέους ασφαλισμένους εφαρμόζονται τα όσα αναφέρονται στην παρ. Α2 της σχετικής κοινής εγκυκλίου του υπουργείου Οικονομικών και του υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης (σχετ.1).
Συγκεκριμένα, οι ασφαλιστέες αποδοχές κατά κατηγορία ασφαλισμένων είναι:
– Για τους παλαιούς ασφαλισμένους, η βάση υπολογισμού επί της οποίας θα υπολογίζονται οι προβλεπόμενες από τις διατάξεις του άρθρου 97 του ν. 4387/2016 ασφαλιστικές εισφορές υπέρ επικουρικής ασφάλισης, είναι:
α. Ο βασικός μισθός, όπως αυτός καταβάλλεται με βάση τις διατάξεις της παρ. 2 του αρθρ. 27 του ν.4354/15.
β. Το καταβαλλόμενο επίδομα θέσης ευθύνης.
γ. Το επίδομα επικίνδυνης και ανθυγιεινής εργασίας μόνο για όσους υπηρετούν στους ΟΤΑ α΄ βαθμού και έχουν ενταχθεί στο καθεστώς των ΒΑΕ.
– Για τους νέους ασφαλισμένους, ως βάση υπολογισμού νοούνται οι αποδοχές επί των οποίων καταβάλλονται ασφαλιστικές εισφορές, σύμφωνα με τις διατάξεις του αρθρ. 17 του ν. 2084/1992, όπως ισχύουν, δηλαδή:
α. Ο βασικός μισθός, όπως αυτός καταβάλλεται με βάση τις διατάξεις της παρ. 2 του αρθρ. 27 του ν. 4354/15 και
β. τα επιδόματα και οι παροχές των άρθρων, 15 (οικογενειακή παροχή), 16 (καταβαλλόμενο επίδομα θέσης ευθύνης), 18 (επίδομα επικίνδυνης και ανθυγιεινής εργασίας), ανεξαρτήτως εάν έχουν ενταχθεί στο καθεστώς ΒΑΕ και 19 (επίδομα απομακρυσμένων–παραμεθόριων περιοχών) του ν. 4354/2015.
Το ανώτατο όριο επί των οποίων υπολογίζονται οι τακτικές μηνιαίες εισφορές προκύπτει από τα οριζόμενα στις παρ. 2 α και β του άρθρου 5 του ν. 4387/2016.
Συνεπώς, τα προβλεπόμενα από τις διατάξεις του άρθρου 97 του ν. 4387/2016 ποσοστά εισφορών υπέρ επικουρικής ασφάλισης για τους μισθωτούς του Δημοσίου, από την 1/1/2017, υπολογίζονται σε εκείνες τις ασφαλιστέες αποδοχές που λαμβάνονται υπόψη για κύρια σύνταξη.
Επιπλέον, η προβλεπόμενη, από τις διατάξεις του άρθρου 66 του ν. 3863/2010, πρόσθετη ειδική εισφορά, για τους υπαγόμενους στα βαρέα και ανθυγιεινά επαγγέλματα ποσοστού 2% (επιμεριζόμενη κατά ποσοστό 0,75% στον εργοδότη και 1,25% στον ασφαλισμένο) θα υπολογίζεται επί των ίδιων ασφαλιστέων αποδοχών που λαμβάνονται υπόψη για την κύρια σύνταξη (Τμήμα ΙΙ παρ.Β της ως άνω κοινής εγκυκλίου -σχετ.1).
Ειδικότερα, για την εν λόγω κατηγορία ασφαλισμένων (παλαιών και νέων), η πρόσθετη ειδική εισφορά θα υπολογίζεται επί του βασικού μισθού και του επιδόματος επικίνδυνης και ανθυγιεινής εργασίας, εφόσον είναι δικαιούχοι και πράγματι τους καταβάλλεται το εν λόγω επίδομα και όχι επί του συνόλου των αντίστοιχων συντάξιμων αποδοχών.
Επισήμανση:
– Με το δεδομένο ότι, από 1.1.2017, η βάση υπολογισμού των ασφαλιστικών εισφορών είναι η ίδια τόσο στο φορέα κύριας όσο και στο φορέα επικουρικής ασφάλισης και, εφόσον οι τυχόν άλλες αποδοχές–αποζημιώσεις π.χ. από υπερωριακή απασχόληση ή από συμμετοχή σε διοικητικά συμβούλια, επιτροπές, ομάδες εργασίας, κ.α., δεν αποτελούν ασφαλιστέες αποδοχές που λαμβάνονται υπόψη για κύρια σύνταξη και δεν υπόκεινται σε κράτηση, δεν θα αποτελούν ασφαλιστέες αποδοχές και δεν θα υπόκεινται σε κράτηση υπέρ επικουρικής ασφάλισης.
Β. Υπάλληλοι με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου ή ορισμένου χρόνου ( ΙΔΑΧ, ΙΔΟΧ)
Τα προβλεπόμενα, από τις διατάξεις του άρθρου 97 του ν. 4387/2016, ποσοστά ασφαλιστικών εισφορών υπέρ επικουρικής ασφάλισης για τα πρόσωπα της κατηγορίας αυτής υπολογίζονται επί των ασφαλιστέων αποδοχών, όπως προσδιορίζονται στο άρθρο 38 του ν. 4387/16, δηλαδή επί των πάσης φύσεως αποδοχών, με εξαίρεση τις κοινωνικού χαρακτήρα έκτακτες παροχές, λόγω γάμου, γεννήσεως τέκνων, θανάτου και βαριάς αναπηρίας.
ΙΙ. Εφάπαξ παροχή
Α. Υπάλληλοι με σχέση εργασίας δημοσίου δικαίου
Με τις διατάξεις της περ. β της παρ. 2 του άρθρου 35 του ν. 4387/2016, όπως ισχύει, μετά και από την τροποποίησή της με το άρθ. 96 του ν. 4461/2017, προσδιορίστηκαν οι πόροι του κλάδου εφάπαξ παροχών του ΕΤΕΑΕΠ και, ειδικότερα, καθορίστηκαν το ύψος και η βάση υπολογισμού των ασφαλιστικών εισφορών.
Για τους μισθωτούς οι οποίοι είναι παλαιοί ασφαλισμένοι, εξακολουθούν να ισχύουν τα οριζόμενα στις επιµέρους καταστατικές διατάξεις των φορέων προνοίας που εντάχθηκαν στο ΕΤΕΑΕΠ σε ό,τι αφορά στα ποσοστά και στη βάση υπολογισμού.
Για τους μισθωτούς νέους ασφαλισμένους, το ποσό της µηνιαίας εισφοράς στον κλάδο εφάπαξ παροχών του ΕΤΕΑΕΠ ορίζεται, από 1-1-2017, σε ποσοστό 4%, υπολογιζόµενο επί των ασφαλιστέων αποδοχών τους, όπως προσδιορίζονται στο άρθρο 5 του ν. 4387/2016.
Ειδικότερα, διευκρινίζονται τα παρακάτω για τους ασφαλισμένους του πρώην Τομέα Πρόνοιας Δημοσίων Υπαλλήλων:
– Για τους παλαιούς ασφαλισμένους, προβλέπεται ότι για το ύψος και τον τρόπο υπολογισμού των εισφορών εφαρμόζονται οι καταστατικές διατάξεις και, επομένως, συνεχίζεται να διενεργείται κράτηση ποσοστού ύψους 4% επί του βασικού μισθού και του επιδόματος χρόνου υπηρεσίας.
Σημειώνεται ότι συνεχίζει να ισχύει το ανώτατο όριο επί των οποίων υπολογίζονται οι τακτικές μηνιαίες εισφορές της παρ. 5 του αρθ. 21 του ν. 3232/2004, όπως ισχύει (το όριο έχει διαμορφωθεί σε 2.622,76 ευρώ).
– Το ποσό της μηνιαίας ασφαλιστικής εισφοράς των νέων ασφαλισμένων, από 1-1-2017, ορίζεται σε ποσοστό 4% και υπολογίζεται επί των ασφαλιστέων αποδοχών τους, όπως προσδιορίζονται στο άρθρο 5 του ν. 4387/2016, όπως ισχύει.
Για τους ασφαλισμένους που είναι μισθωτοί στο δημόσιο τομέα και υπάγονται στις διατάξεις του ν. 4354/2015 (νέο ενιαίο μισθολόγιο) και, μέχρι τις 31/12/2016, υπάγονταν στο συνταξιοδοτικό καθεστώς του Δημοσίου, γίνεται χρήση της βάσης υπολογισμού των καταβαλλόμενων ασφαλιστικών εισφορών για κύρια σύνταξη, όπως η βάση αυτή προκύπτει από το συνδυασμό των άρθρων 5 και 8 του ν. 4387/2016.
Mε το άρθρο 5, ορίζεται ότι, από 1.1.2017, το συνολικό ποσοστό εισφοράς κλάδου σύνταξης στον ΕΦΚΑ επιβάλλεται επί των συντάξιμων μηνιαίων αποδοχών.
Με τη σχετική εγκύκλιο (σχετ. 1), που αφορά στο άρθρο 8, προσδιορίσθηκαν ως συντάξιμες αποδοχές, αυτές επί των οποίων καταβάλλονται ασφαλιστικές εισφορές και αναφέρονται στο Τμήμα Ι, παρ. Α2 για τους νέους ασφαλισμένους.
Αναλυτικότερα και σε συνέχεια της περ. 5 του Τμήματος Ι, παρ.Α3, της σχετικής εγκύκλιου, επισημαίνεται ότι:
Για τους νέους ασφαλισμένους, ως βάση υπολογισμού νοούνται οι αποδοχές επί των οποίων καταβάλλονται ασφαλιστικές εισφορές, σύμφωνα με τις διατάξεις του αρθρ. 17 του ν. 2084/1992, όπως ισχύουν, δηλαδή:
α. Ο βασικός μισθός, όπως αυτός καταβάλλεται με βάση τις διατάξεις της παρ. 2 του αρθρ. 27 του ν. 4354/15 και
β. τα επιδόματα και οι παροχές των άρθρων, 15 (οικογενειακή παροχή), 16 (καταβαλλόμενο επίδομα θέσης ευθύνης), 18 (επίδομα επικίνδυνης και ανθυγιεινής εργασίας), ανεξαρτήτως εάν έχουν ενταχθεί στο καθεστώς ΒΑΕ και 19 (επίδομα απομακρυσμένων–παραμεθόριων περιοχών) του ν. 4354/2015.
Το ανώτατο όριο επί των οποίων υπολογίζονται οι τακτικές μηνιαίες εισφορές προκύπτει από τα οριζόμενα στις παρ. 2 α και β του άρθρου 5 του ν. 4387/2016.
Επισήμανση:
– Οι εισφορές για παλαιούς και νέους ασφαλισμένους θα υπολογίζονται επί των πραγματικά καταβαλλόμενων αποδοχών με το νέο ενιαίο μισθολόγιο και όχι με βάση τις αποδοχές, όπως αυτές είχαν διαμορφωθεί κατά την προηγούμενη της έναρξης ισχύος των διατάξεων του ν. 4024/2011, (σύμφωνα με την παρ. 5 του αρθ. 1 του ν. 4336/2015 η διάταξη της παρ. 2 του άρθρου 1 του ν. 4024/2011 ισχύει, μέχρι την 31η Δεκεμβρίου 2016).
Β. Υπάλληλοι με σχέση εργασίας Ιδιωτικού Δικαίου Αορίστου Χρόνου (ΙΔΑΧ)
Για τους υπαλλήλους που υπηρετούν ή προσλαμβάνονται στο Δημόσιο με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου και υπάγονταν ή πληρούν τις προϋποθέσεις της παρ. 1 του άρθρ. 47 του ν. 3996/2011 για υπαγωγή, αντίστοιχα, στο τ. Τομέα Πρόνοιας Δημοσίων Υπαλλήλων του ΤΠΔΥ, προβλέπονται τα εξής:
Για τους παλαιούς ασφαλισμένους, για το ύψος και τον τρόπο υπολογισμού των εισφορών συνεχίζεται να διενεργείται κράτηση ποσοστού ύψους 4 % επί του βασικού μισθού και του επιδόματος χρόνου υπηρεσίας. Το ποσό της μηνιαίας ασφαλιστικής εισφοράς των νέων ασφαλισμένων, από 1-1-2017, ορίζεται σε ποσοστό 4% και υπολογίζεται επί των ασφαλιστέων αποδοχών τους, όπως προσδιορίζονται στο άρθρο 38 του ν. 4387/2016.