To πότε θα επιστρέψει στις αγορές η Ελλάδα είναι θέμα της ελληνικής κυβέρνησης, τόνισε ο διοικητής της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας Μάριο Ντράγκι, απαντώντας σε ερωτήσεις δημοσιογράφων μετά το τέλος της συνεδρίασης του Εκτελεστικού Συμβουλίου της ΕΚΤ.
Όπως σημείωσε ο Ντράγκι, η ορθή εφαρμογή του ελληνικού προγράμματος και η αξιοπιστία είναι απαραίτητοι όροι για την ανάκτηση της εμπιστοσύνης των αγορών. Ο ίδιος τόνισε πως «όπως το βλέπουμε, η διαδικασία έκδοσης θα πρέπει να αποτελεί μέρος μίας συνολικής στρατηγικής όπου θα έχουμε την ολοκλήρωση του τρίτου προγράμματος και επίσης η επιστροφή στις αγορές θα πρέπει να είναι με έναν τρόπο που να διαρκεί».
«Επομένως, είναι πρόωρο να μιλάμε για άλλα πράγματα», ξεκαθάρισε, αναφερόμενος στην ένταξη της Ελλάδας στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ, αναγνωρίζοντας πάντως πως στην Ελλάδα έχει σημειωθεί σημαντική πρόοδος.
Κατά τ’ άλλα, αναφορικά με τις μελλοντικές αποφάσεις για τα επιτόκια και το πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης, ο Μάριο Ντράγκι τόνισε πως το Εκτελεστικό Συμβούλιο της ΕΚΤ δεν έχει συζητήσει για το τι θα αποφασίσει τον ερχόμενο Σεπτέμβριο ή μετά τον Σεπτέμβριο, καθώς ήταν ομόφωνο το συμπέρασμα: δεν θέτουμε ημερομηνίες.
«Πρέπει να σκεφτούμε, πρέπει να έχουμε πολλές πληροφορίες… υπάρχει πολλή αβεβαιότητα γύρω. Επομένως το Συμβούλιο δεν θέλει να αναγκαστεί να πάρει αποφάσεις εν τη απουσία πλήρους πληροφόρησης», τόνισε. «Γι’ αυτό ακριβώς θα έχουμε τη συζήτηση αυτή το φθινόπωρο και δεν θέλαμε να θέσουμε συγκεκριμένη ημερομηνία, γιατί πρέπει να έχουμε όλες τις διαθέσιμες πληροφορίες σε αυτό το σημείο εγκαίρως – και μέχρι τότε θα τις έχουμε», πρόσθεσε.
«Θα είναι μία συζήτηση που θα αποτελείται από διάφορα μέρη… πρώτα και κύρια πρέπει να δούμε το μονοπάτι του πληθωρισμού, αν προχωρά με έναν βιώσιμο και διατηρήσιμο τρόπο ως προς τον στόχο μας», υπογράμμισε.
Αμετάβλητα τα επιτόκια
Νωρίτερα, αμετάβλητα, στο ιστορικό χαμηλό που βρίσκονται από τον Μάρτιο 2016, διατήρησε τα επιτόκια η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα.
Η ΕΚΤ διατήρησε στο 0% το επιτόκιο των πράξεων κύριας αναχρηματοδότησης, στο 0,25% τα επιτόκια της διευκόλυνσης οριακής χρηματοδότησης και στο -0,4%. το επιτόκιο διευκόλυνσης αποδοχής καταθέσεων.
Η Τράπεζα δεν μετέβαλε το εκτεταμένο πρόγραμμα αγοράς ομολόγων, αφήνοντας περιθώριο για την αύξηση του ποσού, που σήμερα βρίσκεται στα 60 δισεκατομμύρια ευρώ ανά μήνα, ή της χρονικής του διάρκειας, εάν παραστεί ανάγκη.