Bελτιώθηκαν τον Ιούλιο oι επιχειρηματικές συνθήκες στον ελληνικό τομέα μεταποίησης, σύμφωνα με έρευνα της Markit. Η άνοδος ήταν αποτέλεσμα κυρίως της περαιτέρω αύξησης της παραγωγής, στην οποία συνέβαλε η τρίτη συνεχής αύξηση του αριθμού των εργαζομένων, παρά τη στασιμότητα των νέων εργασιών. Επίσης, αυξήθηκε η αγοραστική δραστηριότητα, μολονότι σε ελάχιστο βαθμό. Παράλληλα, η αύξηση των τιμών εισροών παρέμεινε έντονη, γεγονός το οποίο με τη σειρά του συνέβαλε σε δεύτερη συνεχή αύξηση των μέσων τιμών πώλησης. Οι επιχειρήσεις παρέμειναν αισιόδοξες σε σχέση με την αύξηση της παραγωγής τους επόμενους 12 μήνες.
Η ανάπτυξη του Ιουλίου υπογραμμίστηκε από τον εποχικά προσαρμοσμένο Δείκτη Υπευθύνων Προμηθειών της IHS Markit για τον τομέα μεταποίησης στην Ελλάδα (Purchasing Managers’ Index– PMI) –έναν σύνθετο δείκτη που έχει σχεδιαστεί για να μετρά την απόδοση της μεταποιητικής οικονομίας– ο οποίος κατέγραψε τιμή πάνω από το σημείο μηδενικής μεταβολής των 50,0 μονάδων. Κλείνοντας στις 50,5 μονάδες τον Ιούλιο, τιμή αμετάβλητη από τον Ιούνιο, η πρόσφατη μέτρηση υπέδειξε τη δεύτερη βελτίωση των συνθηκών του ελληνικού μεταποιητικού τομέα από τον περασμένο Αύγουστο. Παρόλ’ αυτά, ο ρυθμός ανάπτυξης ήταν μόλις οριακός.
Η βελτίωση του ελληνικού μεταποιητικού τομέα ήταν αποτέλεσμα της αύξησης της παραγωγής για δεύτερο συνεχή μήνα. Επιπρόσθετα, ο ρυθμός αύξησης ήταν ο εντονότερος που έχει καταγραφεί από τον Δεκέμβριο του 2015, μολονότι πολύ χαμηλός σε γενικές γραμμές. Με τη σειρά του, το γεγονός αυτό συνέβαλε στην αύξηση των αποθεμάτων ετοίμων προϊόντων, για πρώτη φορά από τον Οκτώβριο του 2010. Ωστόσο, ο ρυθμός αύξησης ήταν μηδαμινός.
Η αύξηση της παραγωγής ήταν αντίστοιχη με την αύξηση της απασχόλησης για τρίτο συνεχή μήνα. Ο ρυθμός αύξησης εξασθένησε από τον Ιούνιο και ήταν μόλις μέτριος, παρέμεινε ωστόσο μία από τις εντονότερες αυξήσεις που έχουν καταγραφεί στην περίοδο μετά την κρίση.
Σε αντίθεση με τις αυξήσεις της παραγωγής και της απασχόλησης, ο όγκος νέων εργασιών που έλαβαν οι Έλληνες κατασκευαστές ήταν αμετάβλητος τον Ιούλιο, μετά την αύξηση που κατέγραψε για πρώτη φορά σε διάστημα δέκα μηνών τον Ιούνιο. Η εξέλιξη αυτή, σε συνδυασμό με την αύξηση των θέσεων εργασίας, συνέβαλε σε νέα μείωση του όγκου ανεκτέλεστων εργασιών. Ο όγκος αδιεκπεραίωτων εργασιών μειώνεται πλέον κάθε μήνα στη διάρκεια των τελευταίων 109 μηνών.
Παρά τα αμετάβλητα επίπεδα νέων εργασιών, οι εταιρείες αύξησαν την αγοραστική τους δραστηριότητα τον Ιούλιο, δίνοντας έτσι τέλος σε μία περίοδο έξι μηνών συνεχούς μείωσης. Παρόλ’ αυτά, ο ρυθμός αύξησης ήταν γενικά μηδαμινός και δεν κατάφερε να εμποδίσει την περαιτέρω υποχώρηση των αποθεμάτων προμηθειών.
Εν τω μεταξύ, οι τιμές εισροών με τις οποίες βρέθηκαν αντιμέτωποι οι Έλληνες κατασκευαστές αυξήθηκαν για δέκατο έκτο συνεχή μήνα. Ο ρυθμός αύξησης παρέμεινε έντονος και αμετάβλητος σε σύγκριση με τον Ιούνιο. Κατ’ επέκταση, οι επιχειρήσεις αύξησαν τις μέσες τιμές πώλησης για δεύτερο συνεχή μήνα, καθώς προσπάθησαν να μετακυλίσουν την υψηλότερη επιβάρυνση κόστους στους πελάτες τους.
Ο μέσος χρόνος παράδοσης προμηθειών εξακολούθησε να αυξάνεται τον Ιούλιο, μολονότι με τον ασθενέστερο ρυθμό που έχει καταγραφεί σε διάστημα εννέα μηνών.
Τα επίπεδα αισιοδοξίας των επιχειρήσεων σχετικά με την αύξηση της παραγωγής τους επόμενους 12 μήνες ήταν τα υψηλότερα που έχουν καταγραφεί από τον Απρίλιο του 2014.