Ο ηγέτης της Βόρειας Κορέας Κιμ Γιονγκ-Ουν ενημερώθηκε για το σχέδιο εκτόξευσης πυραύλων κοντά στο νησί Γκουάμ, τη μη ενσωματωμένη περιοχή των ΗΠΑ στον Ειρηνικό, αφήνοντας ωστόσο να εννοηθεί ότι η εφαρμογή του δεν θα είναι άμεση.
Ο Κιμ «εξέτασε το σχέδιο επί μακρόν και το συζήτησε» με υψηλόβαθμους στρατιωτικούς αξιωματούχους, κατά τη διάρκεια της επιθεώρησης που έκανε την Δευτέρα στο κέντρο διοίκησης της Στρατηγικής Δύναμης, που είναι υπεύθυνη για τους πυραύλους.
Κάλεσε κατόπιν τις ΗΠΑ να κάνουν μια πρώτη χειρονομία για να πέσουν οι τόνοι μεταξύ των δύο χωρών, όπως μετέδωσε το επίσημο ειδησεογραφικό πρακτορείο της Βόρειας Κορέας KCNA.
Δεν αναφέρθηκε όμως σε καμία συγκεκριμένη ημερομηνία εφαρμογής του σχεδίου του για το Γκουάμ, αφήνοντας να εννοηθεί ότι οι εξελίξεις εξαρτώνται από την Ουάσινγκτον αφού, σύμφωνα πάντα με το KCNA, δήλωσε ότι «θα παρατηρήσει για λίγο ακόμη την ηλίθια και ανόητη συμπεριφορά των Γιάνκηδων».
Ο Κιμ φάνηκε μάλιστα να κάνει και κάποιο «άνοιγμα» προς τις ΗΠΑ. «Προκειμένου να πέσουν οι εντάσεις και να αποτραπεί μια επικίνδυνη στρατιωτική σύρραξη στην κορεατική χερσόνησο είναι απαραίτητο οι ΗΠΑ να κάνουν πρώτες την κατάλληλη επιλογή», είπε, χωρίς να διευκρινίσει τι είδους επιλογή εννοούσε.
Εάν όμως «επιμείνουν στις ανεύθυνες κι επικίνδυνες ενέργειές τους στην κορεατική χερσόνησο», η Βόρεια Κορέα θα λάβει μέτρα, «αυτά που έχει ήδη ανακοινώσει», πρόσθεσε.
Μετά από τις δηλώσεις του Κιμ Γιονγκ Ουν οι ΗΠΑ απάντησαν ότι παραμένουν ανοικτές στο ενδεχόμενο διεξαγωγής διαλόγου με τη Βόρεια Κορέα,  «όμως αυτό εξαρτάται από εκείνον» τόνισε ο Αμερικανός υπουργός Εξωτερικών, Ρεξ Τίλερσον.
Ο Τίλερσον έχει και στο παρελθόν πει ότι η αμερικανική διοίκηση είναι έτοιμη να διαπραγματευτεί με την Πιονγκγιάνγκ, υπό την προϋπόθεση η Βόρεια Κορέα να εγκαταλείψει τις πυρηνικές της φιλοδοξίες.
«Οι ΗΠΑ θέλουν να διαπραγματευτούν με την Πιονγκγιάνγκ» διαβεβαίωνε χθες σε ένα άρθρο που συνυπόγραφε με τον υπουργό Άμυνας Τζιμ Μάτις. Ωστόσο, προκειμένου να κάτσει στο ίδιο τραπέζι με τους εκπροσώπους του Κιμ Γιονγκ Ουν, ο επικεφαλής της αμερικανικής διπλωματίας ζητάει να του δοθούν αποδείξεις καλής πίστης που θα μπορούσαν να έχουν τη μορφή του «άμεσου τερματισμού των προκλητικών δηλώσεων, των πυρηνικών δοκιμών, των εκτοξεύσεων πυραύλων και των δοκιμών άλλων εξοπλισμών».