Η Village Voice (Βίλατζ Βόις), η εναλλακτική εβδομαδιαία εφημερίδα που ίδρυσε ο Νόρμαν Μέιλερ γνωστή για την κάλυψη πολιτιστικών γεγονότων και τα ρεπορτάζ της, βάζει τέλος στην έντυπη μορφή της και θα συνεχίσει σε διαδικτυακή μορφή.
Η εφημερίδα διανέμεται δωρεάν στην ευρύτερη περιοχή της πόλης της Νέας Υόρκης από το 1996 και υποστηρίζεται κυρίως από διαφημίσεις, οι οποίες μειώθηκαν με την άνοδο του δίκτυου διαφήμισης μεγάλης γκάμας υπηρεσιών Craigslist και άλλων ιστότοπων.
Ο Πίτερ Μπάρμπι, ο οποίος αγόρασε την εφημερίδα από τον Όμιλο Voice Media το 2015, είπε η κίνηση αποτελεί μέρος της μεταβίβασης του μέσου στο ίντερνετ και ότι οι αναγνώστες της τώρα απαιτούν «μια σειρά από μέσα, από λέξεις και εικόνες έως podcast, βίντεο, ακόμα και άλλες μορφές έντυπης έκδοσης».
Ωστόσο, δεν έχει αποφασιστεί ακόμα πότε θα καταργηθεί η έντυπη έκδοση.
Η Village Voice ιδρύθηκε από τον Μέιλερ, συγγραφέα που είχε κερδίσει το βραβείο Πούλιτζερ, και άλλα άτομα στην περιοχή Γκένουιτς Βίλατζ της Νέας Υόρκης το 1955.
Η εφημερίδα υπήρξε ο προάγγελος του κινήματος εναλλακτικού εβδομαδιαίου τύπου που αποτέλεσε πρόκληση για τις καθιερωμένες εφημερίδες σε πόλεις των ΗΠΑ με την κάλυψη που παρείχε σε τέχνες, πολιτική και άλλες ειδήσεις.
Η εφημερίδα ίδρυσε τα βραβεία Obie για έργα που ανεβαίνουν σε μικρότερα θέατρα της Νέας Υόρκης και τρεις δημοσιογράφοι του έχουν κερδίσει Βραβεία Πούλιτζερ: η δημοσιογράφος αφιερωμάτων Τερίσα Κάρπεντερ (1981), ο σκιτσογράφος Τζουλς Φάιφερ (1986), και ο Μαρκ Σουφς για το ρεπορτάζ του για το AIDS στην Αφρική (2000).
Για το Βίλατζ Βόις έγραψαν δημοσιογράφοι όπως ο Γουέιν Μπάρετ, ο μουσικός κριτικός Νατ Χέντοφ, και δημοσίευσαν κομμάτια τους οι Έζρα Πάουντ, Τζέιμς Μπόλντγουιν, Λέστερ Μπανγκς και Άλεν Γκίνσμπεργκ.