Μια εξέταση αίματος που προορίζεται για τον εντοπισμό του καρκίνου του παχέος εντέρου σε άτομα που διατρέχουν μέσο κίνδυνο και δεν παρουσιάζουν συμπτώματα, ανίχνευσε σωστά τον συγκεκριμένο καρκίνο στο 83% των ατόμων, σύμφωνα με μελέτη που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό «New England Journal of Medicine».

Τα ευρήματα προέρχονται από τη μελέτη ECLIPSE, μια κλινική δοκιμή σε πολλές χώρες με τη συμμετοχή σχεδόν 8.000 ατόμων ηλικίας 45-84 ετών. Οι ερευνητές συνέκριναν την εξέταση αίματος, που ανιχνεύει σήματα καρκίνου του παχέος εντέρου στο αίμα από το DNA που αποβάλλεται από τους όγκους, με την κολονοσκόπηση.

Συγκεκριμένα, από τα 7.861 άτομα που συμπεριλήφθηκαν στην έρευνα, το 83,1% των συμμετεχόντων που επιβεβαιώθηκε με κολονοσκόπηση ότι πάσχει από καρκίνο του παχέος εντέρου είχε θετική εξέταση αίματος και το 16,9% αρνητική εξέταση. Το τεστ ήταν πιο ευαίσθητο για τους καρκίνους του παχέος εντέρου, συμπεριλαμβανομένων των καρκίνων σε πρώιμο στάδιο, αλλά λιγότερο ευαίσθητο για τις προχωρημένες προκαρκινικές αλλοιώσεις, οι οποίες μπορούν να μετατραπούν σε καρκίνο με την πάροδο του χρόνου.

Σύμφωνα με την Αμερικανική Αντικαρκινική Εταιρεία, ο καρκίνος του παχέος εντέρου είναι η δεύτερη συχνότερη αιτία θανάτου από καρκίνο στους ενήλικες στις ΗΠΑ και αναμένεται να προκαλέσει 53.010 θανάτους το 2024. Ενώ τα ποσοστά θανάτου στους ενήλικες μεγαλύτερης ηλικίας έχουν μειωθεί, τα ποσοστά μεταξύ των ατόμων κάτω των 55 ετών έχουν αυξηθεί κατά περίπου 1% ετησίως από τα μέσα της δεκαετίας του 2000. Οι τρέχουσες κατευθυντήριες γραμμές συνιστούν τα άτομα μέσου κινδύνου για καρκίνο του παχέος εντέρου να αρχίζουν τακτικό έλεγχο στην ηλικία των 45 ετών. Ωστόσο, υπολογίζεται ότι μόνο το 50% με 60% των ατόμων που χρειάζεται να κάνουν προληπτικό έλεγχο, κάνουν αυτές τις εξετάσεις.

«Η ύπαρξη μιας εξέτασης με βάση το αίμα, την οποία οι άνθρωποι μπορούν να κάνουν κατά τη διάρκεια των συνηθισμένων επισκέψεων στον γιατρό, θα μπορούσε να αποτελέσει μια ευκαιρία για να βοηθήσουμε περισσότερους ανθρώπους να κάνουν προληπτικό έλεγχο», επισημαίνει ο Γουίλιαμ Γκρέιντι, γαστρεντερολόγος στο Fred Hutchinson Cancer Center και καθηγητής στον Τομέα Γαστρεντερολογίας της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου της Ουάσινγκτον.

Πηγή: ΑΠΕ – ΜΠΕ