Ο Γιώργος Αφρουδάκης διηγείται στο Novasports Stories το πώς άρχισε να ασχολείται με την υδατοσφαίριση και εξηγεί τον ρόλο που έπαιξε ο…Νίκος Γκάλης!
Διαβάστε όσα είπε για τα πρώτα βήματα της καριέρας του ο θρυλικός πολίστας:
«1987, καλοκαίρι μάλιστα, επηρεασμένος κι εγώ όπως και όλη η γενιά μου από τη μεγάλη επιτυχία της Εθνικής ομάδας μπάσκετ των ανδρών…15 μέρες μετά έχω πάει για μπάνιο με τον πατέρα μου και τον αδερφό μου στα Κανάρια στη Βάρκιζα. Εκεί συναντάμε μια παρέα που συνήθως παίζει με τον πατέρα μου μέσα στη θάλασσα σ’ ένα τερέν που το έχουν φτιάξει οι ίδιοι με ένα τέρμα. Μπαίνω κι εγώ μέσα να παίξω, κάνω τις πρώτες μου πάσες, είχα την πρώτη μου επαφή με το πόλο. Βγαίνοντας από το νερό, ο κύριος που το διοργάνωνε, ο κύριος Μάκης, (που ακόμα υπάρχει, έχουν περάσει 30 χρόνια από τότε), λέει στον πατέρα μου, γιατί δεν πας τον πιτσιρικά να τον γράψεις στο Ναυτικό όμιλο Βουλιαγμένης που έχει πολύ καλές ακαδημίες και δουλεύουν πολύ σωστά και μπορεί να κάνει καλή καριέρα; Και πράγματι ακούστηκε η εισήγησή του, την επόμενη μέρα ήμουν ήδη στη Βουλιαγμένη, έπεσα μέσα κολύμπησα και ήταν η πρώτη μου βουτιά…30 Ιουνίου πρέπει να ήταν γιατί ήταν η γιορτή των Αγίων Αποστόλων, το θυμάμαι πολύ καλά γιατί μετά την 1η μου προπόνηση με είχε καλέσει ο ξάδερφός μου σπίτι του και με υπερηφάνεια έδειχνα την ταυτότητά μου, ότι ξεκίνησα πόλο στο Ναυτικό Όμιλο Βουλιαγμένης.
Ταλέντο υπήρχε, η αλήθεια είναι ότι υπήρχε ταλέντο, είχα ταλέντο σε όλα τα αθλήματα που είχα ασχοληθεί μέχρι να φτάσω να παίζω πόλο. Μπάσκετ και ποδόσφαιρο κυρίως, μιας και η γενιά μου κυρίως μπάσκετ και ποδόσφαιρο έπαιζε, αλλά σίγουρα είναι κάτι που το κατάλαβα καθ’ όλη τη διάρκεια της καριέρας μου, ότι δεν ήταν μόνο το ταλέντο που με έφτασε εδώ. Πιστεύω πως ο συνδυασμός ταλέντου με τη σκληρή δουλειά που έκανα όλα αυτά τα χρόνια με οδήγησαν να κάνω αυτή την καριέρα που έκανα.
Πρώτος προπονητής ήταν ο Άκης ο Κακαρνάκης ο οποίος ήταν στις ακαδημίες της Βουλιαγμένης, αλλά πάνω από τον Άκη τον Κακαρνάκη ήταν ο τεράστιος Γιάννης Γιαννουρής ο οποίος είχε οραματιστεί όλο αυτό το οικοδόμημα της Βουλιαγμένης. Ένα μεγάλο οικοδόμημα, αυτή τη στιγμή 30 χρόνια μετά είναι ο μεγαλύτερος αθλητικός οργανισμός της Ελλάδας ειδικά στο κομμάτι της υδατοσφαίρισης, έχει βγάλει πολύ μεγάλους αθλητές, ήταν και τα πρώτα χρόνια που ξεκίνησε η πισίνα τη χειμερινή της λειτουργία. Μέχρι το 1988 η κύρια βάση της Βουλιαγμένης ήταν η Αθήνα, οι ακαδημίες της ήταν στην Αθήνα, στο Ζάππειο ή στα Πατήσια αν δεν κάνω λάθος. Ήμουν τυχερός γιατί ήταν ο πρώτος χειμώνας που έμεινε το κολυμβητήριο ανοιχτό, οπότε συνέχισα να προπονούμαι κι εγώ εκεί πέρα. Ίσως αν εκείνα τα χρόνια δεν είχε ανοίξει χειμώνα η πισίνα να μην είχα συνεχίσει να ασχολούμαι με το πόλο.
Ήμασταν όλοι μια παρέα, μια οικογένεια, ήμασταν όλα τα παιδιά, από Βουλιαγμένη, Βούλα, Βάρκιζα, ήμασταν όλη τη μέρα μαζί, μετά την προπόνηση καθόμασταν στον όμιλο, είτε για μπάνιο, άλλοι έκαναν θαλάσσιο σκι ή ιστιοπλοΐα. Ήμασταν μια οικογένεια δεμένη και κάναμε πολλές ώρες προπόνηση. Πραγματικά υπήρχαν καλοκαίρια που ξεχνιόμασταν μέσα στο νερό. Φεύγαμε από το σπίτι μας στις 9 το πρωί και γυρνάγαμε στις 9 το βράδυ από τον όμιλο έχοντας κάνει 7-8 ώρες προπόνηση την ημέρα. Εκεί ξεκινάει και η δική μου αγωνιστική αντεπίθεση στο χώρο του πόλο, με αυτές τις πολλές ώρες προπόνησης έχω αρχίσει και χτίζω και βάζω τις βάσεις ώστε να μπορέσω να κάνω το επόμενο βήμα στην καριέρα μου, ώστε να είμαι σιγά – σιγά στην αντρική ομάδα και μετά φυσικά στην Εθνική.
Η αλήθεια είναι πως ήμουν από τους καλούς αθλητές, δεν είναι ότι ξεχώριζα τόσο πολύ από τους άλλους. Ήμουν μέσα στο τοπ 5 των καλύτερων παικτών αλλά υπήρχαν κι άλλοι καλοί αθλητές. Δεν φαινόταν ότι είμαι ο καλύτερος, ήμουν σ’ ένα γκρουπ καλών παικτών. Οπότε δεν ήρθε κάποιος να μου πει Γιώργο μείνε εδώ, σε ‘σένα στηρίζουμε την ομάδα της Βουλιαγμένης.
Εγώ όλο αυτό το είχα οραματιστεί από μικρός. Με έβλεπα πρωταθλητή σε ηλικία 7-8 ετών. Ήταν δικό μου όραμα, το σχεδίαζα μόνος μου, το έφτιαχνα μόνος μου στο μυαλό μου και μάλιστα στην επιστολή την οποία έκανα φεύγοντας από τον χώρο του πόλο, δήλωνα πως όλα αυτά που έζησα ήταν σαν να τα είχα οραματιστεί από πιο πριν. Και ισχύει αυτό. Από πολύ μικρή ηλικία έζησα πολύ έντονα τον αθλητισμό, τον αγαπούσα πάρα πολύ, έκανα πάρα πολλά πράγματα μόνος μου, είτε φτιάχνοντας τουρνουά μπάσκετ μέσα στο σπίτι μου,είτε καλώντας τους φίλους μου κι έφτιαχνα τουρνουά πινγκ πόνγκ με παιδιά από την περιοχή μου. Ξύπναγα και κοιμόμουν μόνο για το πως θα παίξω με τους φίλους μου ποδόσφαιρο, πως θα παίξω μπάσκετ, πως θα παίξω πινγκ πονγκ, ποιος θα πάρει το πρωτάθλημα στο πινγκ πονγκ, το τουρνουά στο ποδόσφαιρο. Οπότε όλα αυτά που βίωνα μικρός τα σχεδίαζα μόνος μου και κάποια στιγμή έλεγα πως όταν μεγαλώσω θα τα ζήσω κιόλας.
Όπως είπα ξεκίνησα την υδατοσφαίριση το 1987 σε ηλικία 11 ετών, μια εποχή που μεσουρανούσε το μπάσκετ, μία χρυσή εποχή για τον αθλητισμό. Θεωρώ πως ξεκίνησαν πολλά πράγματα από εκείνη την επιτυχία, οπότε ήταν φυσικό, τον αθλητή που είχαμε μπροστά μου και τον θαύμαζα και τον είχα ίνδαλμά μου να είναι ο Νίκος Γκάλης. Τον αγαπούσα πάρα πολύ, μου άρεσε πολύ ο τρόπος σκέψεώς του, ο επαγγελματισμός που είχε στο παιχνίδι του και θεωρώ πως είναι ένας αθλητής που μαζί με το μπάσκετ αλλάξανε πάρα πολλά πράγματα στον Ελληνικό αθλητισμό».
Για το ότι πολλοί τον θεωρούν ως «Γκάλη του πόλο»: «Εντάξει, είναι λίγο βαρύ να το λες αυτό, απλώς πιστεύω πως έβαλα κι εγώ ένα λιθαράκι για να πάει το πόλο ένα βήμα παραπάνω. Αυτός ήταν και ο στόχος μου, όταν άρχισα να σκέφτομαι πιο ώριμα. Θεωρούσα πως ο στόχος ήταν να βάλω το όνομά μου στην ιστορία της Ελληνικής υδατοσφαίρισης που θα κάνει το βήμα παραπάνω για τα επόμενα χρόνια και πιστεύω πως αυτό το κατάφερα. Αλλά δε μπορώ να πω πως μόνο εγώ το κατάφερα, είναι πάρα πολλοί οι αθλητές που έχουν συμβάλει σε αυτή την επιτυχία και είμαι πολύ χαρούμενος που μετά από χρόνια, τώρα που σταμάτησα, βλέπω όλο και περισσότερους γονείς, να θέλουν να βάλουν τα παιδιά τους στο άθλημα του πόλο. Αυτό είναι επιτυχία για μένα και ορμώμενος ξανά από την επιτυχία του ’87, τα παιδιά του μπάσκετ τόνιζαν ότι θέλουμε να βάλουμε τις μπασκέτες μέσα στις παιδικές χαρές, θέλουμε να βάλουμε τον κόσμο να παίζει μπάσκετ. Αυτό εγώ το είχα κρατήσει από τότε, από εκείνη την ηλικία και πιστεύω πως αυτό προσπάθησα τόσα χρόνια να κάνω σαν αθλητής και που θα προσπαθήσω να κάνω ακόμα και τώρα και τα επόμενα χρόνια που θα είμαι στον χώρο. Να μπορέσω να βάλω όλο και περισσότερα παιδί μέσα στον χώρο που λέγεται υδατοσφαίριση. Όλο και περισσότεροι γονείς να βάζουν τα παιδιά τους σ’ αυτό το άθλημα. Αυτό πιστεύω πως είναι η μεγαλύτερη επιτυχία για ένα άθλημα, να ανοίξει τον κύκλο του, ακόμα και από ένα Ολυμπιακό μετάλλιο, αυτό είναι κάτι που δεν ανταλλάσσεται με τίποτα».